Το ΧΩΡΑφΙ – Κέντρο Προαγωγής Ψυχικής Υγείας & Παραστατικών Τεχνών σε συνεργασία με το Δήμο Ρεθύμνου, παρουσιάζει την παράσταση “Συνάντηση με την Αληθινή Απολογία του Σωκράτη”, βασισμένη στο ομώνυμο έργο του μεγάλου μας ποιητή και πεζογράφου Κώστα Βάρναλη, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Λιοδάκη.
Πρόκειται για μια ποιητική σε -μορφή αναλογίου- μουσική και κινητική συνάντηση με το έργο του Κώστα Βάρναλη «Η αληθινή Απολογία του Σωκράτη», 89 χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του.
Λόγος, Μουσική, Μελοποιημένη Ποίηση και Κίνηση, συναντούν την ποιητικότητα της γραφής του Βάρναλη και τον οραματισμό του ποιητή για τον μεγάλο φιλόσοφο.
Ο συγγραφέας με χιούμορ και λαϊκή γλώσσα, απλά, λιτά και καθαρά αναζητά σαρκάζοντας και αυτοσαρκαζόμενος, τις βαθύτερες ανθρώπινες αξίες ως μοναδική άμυνα στην επίθεση της βαρβαρότητας. Στέκεται ίσια κι έντιμα απέναντι στο θάνατο, μετατρέπει τον Σωκράτη σε έναν προγονικό «Ζορμπά», για να τιμήσει τελικά την αξία της ζωής.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Συγγραφέας: Κώστας Βάρναλης
Σκηνοθεσία – Ερμηνεία – Σχεδιασμός Φωτισμού: Βαγγέλης Λιοδάκης
Μουσική Σύνθεση – Ερμηνεία: Μανώλης Ανδρέου
Χορογραφία – Ερμηνεία: Νεφέλη Κτιστάκη
Αφήγηση: Γεωργία Γαλλιάκη
Σκηνικά: Κάλλη Καραδάκη
Κοστούμια: Πόπη Τσιμπισκάκη
Μάσκες: Μαρία και Χρυσούλα Κιμιωνή
Αφίσα – Πρόγραμμα: Στέλιος Φασούλης
Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος
Φωτιστική & Ηχητική Κάλυψη: ΠΟΛΥΦΩΝΟ
Οργάνωση Παραγωγής: ΧΩΡΑφΙ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2020
ΩΡΑ: 21:15
ΤΟΠΟΣ: Θέατρο Ερωφίλη, Φορτέτζα
ΕΙΣΟΔΟΣ: Ελεύθερη
ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ: Κατά την είσοδο και έξοδο προς και από το θέατρο, καθώς και καθόλη τη διάρκεια της παράστασης, η χρήση μάσκας είναι υποχρεωτική.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ
“Η Αληθινή Απολογία του Σωκράτη”, εκδόθηκε το 1931 και γράφτηκε, όπως λέει ο ίδιος ο Βάρναλης, ”σαν ένα είδος διαμαρτυρίας ενάντια στην τότε “δημοκρατία” του ιδιωνύμου του Καλπακιού και των διαφόρων στρατιωτικών κινημάτων που είχαν κατακουρελιάσει τις συνταγματικές ελευθερίες του πολίτη, είχαν διαφθείρει ολάκερο το δημόσιο βίο της χώρας και προετοιμάσει τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου.”
Σύμφωνα με το Δημήτρη Γληνό, «ανήκει στην περίοδο εκείνη του ποιητή όπου ο Βάρναλης γίνεται μεγάλος “χαλαστής”. Η πνευματική του προσωπικότητα υψώνεται μέσα στους ανθρωπάκηδες, τους τσανακογλύφτες, τους λακέδες, τους φυγάδες και τους προδότες, που “μελανώνουν γύρω τους τα νερά”. Με βαθιά γνώση της ανθρώπινης ψυχής και της ανθρώπινης κοινωνίας, οπλίζεται με τη δύναμη του λυτρωτικού σαρκασμού».
Το μεγάλο φιλόσοφο της αρχαίας Ελλάδας Σωκράτη τον κατηγόρησαν τρεις, αλλά τον καταδίκασε ο λαός να πιει το φαρμάκι.
Γιατί άραγε οι Αθηναίοι σε πλήρη Δημοκρατία πήραν την απόφαση να θανατώσουν τον εβδομηντάχρονο φιλόσοφο;
Τί τους ενοχλούσε τόσο πολύ ώστε να μην μπορούν να περιμένουν λίγο ακόμη (όπως τους λέει και ο ίδιος στην κατά Βάρναλη απολογία του), έως ότου πεθάνει από φυσικό θάνατο;
Ο ποιητής περνάει αριστοτεχνικά μέσα από ό,τι είναι γνωστό για τη ζωή και την φιλοσοφία της διδασκαλίας του μεγάλου φιλοσόφου της αρχαίας Ελλάδας. Το Σωκρατικό δαιμόνιο συνδιαλέγεται και κεντρίζεται από το Βαρναλικό δαιμόνιο και φωτίζεται από την διαλεκτική του υλισμού. Ο φιλόσοφος δεν απολογείται, αλλά κατηγορεί. Η ειρωνεία, η κοροϊδία, ο χλευασμός κι ο σαρκασμός δένονται αρμονικά σ’ ένα παιχνίδι αντιθέσεων που γεννά το γέλιο και φτάνει στο πικρόγελο, καθώς ο μεγάλος φιλόσοφος ατενίζει το θάνατο και κάνει τον απολογισμό της ζωή του με μια εσωτερική εξομολόγηση γεμάτη συγκίνηση.
Με το πρόσχημα της αρχαίας Ελλάδας και της σωκρατικής φιλοσοφίας, ο Βάρναλης σατιρίζει τη σύγχρονη του Ελλάδα, την “κοινή γνώμη” του κοπαδιού, των “προδομένων Ελλήνων” (όπως θα έλεγε ο Σολωμός), που η κυρίαρχη τάξη τους τυφλώνει τόσο “πιτήδεια” ώστε παύουν να μπορούν να βλέπουν και να κατανοούν την πραγματικότητα.
Χρησιμοποιεί το ιστορικό γεγονός της δίκης του Αθηναίου φιλόσοφου, για να ασκήσει καταλυτική κριτική στην εκμετάλλευση και την ανελευθερία, χωρίς όμως να αγιογραφεί τον εξαθλιωμένο λαό. Ο “βαρναλικός” Σωκράτης, σε αντίθεση με τον “πλατωνικό”, από το εδώλιο του κατηγορουμένου όπου τον έχει στήσει η αθηναϊκή δημοκρατία, αναμετράται μαζί της στα ίσα και εν τέλει την απογυμνώνει, παρουσιάζοντας μία προς μία τις επιφάσεις πάνω στις οποίες είναι στηριγμένη: Συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια των λίγων/δυνατών, θρησκοληψία, συγκαλυμμένη αδικία, πολιτικές απάτες και μαρτύριο του λαού, ο οποίος υπομένει τη μοίρα του στωικά.
Ο ήρωας δηλώνει: «Γλεντάω και ‘φραίνομαι να σας δαγκώνω», αναφερόμενος στους καταπιεστές της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτή είναι και η πεμπτουσία του έργου. Ο Σωκράτης του Βάρναλη, απευθυνόμενος στους δικαστές του, απευθύνεται τελικά στην ίδια την κοινωνία και σε αυτούς που την αποτελούν -δηλαδή το λαό- για να την προειδοποιήσει ότι ζει μέσα σε μία πλάνη την οποία κατασκευάζει μόνη της και παγιδεύεται μέσα σ’ αυτήν.
Η Δημοτική γλώσσα και η αρχαιογνωσία του μεγάλου Έλληνα ποιητή χορεύουν αντάμα στο σατιρικό αυτό έργο. Ο υπαινιγμός και ο αναχρονισμός συγχρονίζονται. Κι ενώ η πρόζα του είναι εξαιρετικά δουλεμένη, το έργο έχει τέτοια ζωντάνια και τόση δροσιά, που φαίνεται σαν να έχει γραφτεί μονομιάς.
Ο Δημήτρης Γλυνός το Φλεβάρη του 1935 γράφει για την Αληθινή Απολογία του Σωκράτη στο περιοδικό “Νέοι Πρωτοπόροι”:
“Ο στίχος του Βάρναλη λαμπερός και συνάμα λεπτός, κάθε του λέξη ακριβοζυγιασμένη, μεστή από το νόημα της, αστράφτει με όλα της τα πλούτη. Αρμονικός, άνετος, πολύβουος, πολύτροπος, κυλάει ο στίχος του σε όλες τις νότες, σ’ όλους τους χρωματισμούς, λυγερός, τρυφερός, σαρκαστικός, σπαθάτος, κοφτερός, οργισμένος, καλοσυντεμένος, βαθύς, λαγαρός, όλο φως, όλος μουσική. Μα ταυτόχρονα ο Βάρναλης φτάνει στην κορυφή της πρόζας. Και γράφει τον πιο καθαρό, τον πιο πλαστικό, τον πιο υποταγμένο, μα και τον πιο ορμητικό, τον πιο αρμονικό και τον πιο δυνατό πεζό λόγο στην Ελλάδα.”
Πρόκειται περί ενός συγκλονιστικού έργου της νεοελληνικής λογοτεχνίας που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή, κόντρα στο καθεστώς της αδικίας, στη μασκαρεμένη δημοκρατία, στους μηχανισμούς των «σοφιστάδων» της πολιτικής, της ηθικής και της τέχνης κάθε απόχρωσης.
Έργο που μας διδάσκει και οδηγεί στην περισυλλογή και στον προβληματισμό για ζητήματα που έχουν σημασία στις μέρες της παρακμής, της εξαθλίωσης και της βαρβαρότητας της κάθε εποχής.
Ο Κ. Παλαμάς γράφει στο Βάρναλη για την “Απολογία”: «Έκανες το Σωκράτη από αρχαίο, μοντέρνο, χωρίς ούτε του αρχαϊσμού να κακοφαίνεται, μήτε ο μοντερνισμός να ζημιώνεται. Τους προστατεύει και τους δύο, ο λυρισμός», ενώ ο Γιάννης Ρίτσος σχολιάζει: «Είναι το αριστούργημα της νεοελληνικής πεζογραφίας, όπου αίσθημα, στοχασμός και λόγος δένονται σε μια μοναδική αδιάσπαστη ενότητα».
Αυτό όμως που κάνει μνημειώδες το έργο του Βάρναλη είναι η προφητική του διάσταση, καθώς, αν και γράφτηκε το 1931, έχει εφαρμογή στο (ελληνικό) διηνεκές.