Ο πρωτοεμφανιζόμενος στιχουργός και ερμηνευτής Θοδωρής Τσάτσος παρουσιάζει το πρώτο του τραγούδι με τίτλο «Λογικός εκ γενετής» σε μουσική του Σπύρου Παρασκευάκου. Ο «Λογικός εκ γενετής» αποτελεί τον προάγγελο του ολοκληρωμένου του albumπου θα κυκλοφορήσει πολύ σύντομα από την MLK.
Την ενορχήστρωση του τραγουδιού υπογράφει ο Γρηγόρης Πολύζος ενώ έπαιξαν οι μουσικοί Αλέξης Στενάκης στο κλαρινέτο, Άρης Χατζησταύρου στην ηλεκτρική κιθάρα, Θοδωρής Κουέλης στο κοντραμπάσο, Σπύρος Μάζης στο μπάσο, Μιχάλης Καπηλίδης στα τύμπανα και Γρηγόρης Πολύζος στο πιάνο, στα πλήκτρα και στον προγραμματισμό. Η ηχογράφηση, η μίξη και το mastering έγιναν από τον Ηλία Λάκκα στο StudioOdeon
Λίγα λόγια για τον Θοδωρή Τσάτσο
Ο Θοδωρής Τσάτσος σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ψυχολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Εργάζεται ως ψυχολόγος, και είναι συνιδρυτής του εθελοντικού οργανισμού «Διαβάζω για τους άλλους», ο οποίος προωθεί την ισότιμη πρόσβαση ατόμων με απώλεια όρασης στη γνώση και τη λογοτεχνία. Ξεκίνησε να ασχολείται με το τραγούδι στα εφηβικά του χρόνια. Έκανε μαθήματα τραγουδιού για οκτώ χρόνια με τη δασκάλα φωνητικής Ασημίνα Μόρφη. Από την ηλικία των δεκαοκτώ άρχισε να συμμετέχει ως τραγουδιστής σε συγκροτήματα που έπαιζαν κομμάτια ξένου και ελληνικού ρεπερτορίου. Κατά την ίδια περίοδο ξεκίνησε να γράφει τους πρώτους του στίχους. Έχει γράψει τη συλλογή διηγημάτων, «Εκτός οπτικού πεδίου» (εκδ. Εύμαρος).
Στίχοι: Λογικός εκ γενετής
Αυτό το βράδυ είν’ από ’κείνα που φοβάμαι
από το σπίτι μου δεν πέρασε ψυχή
γίνανε οι σκέψεις μου ποντίκια που πεινάνε
και ροκανίζουν τη φτωχή μου αντοχή
Σε φέρνουν πάλι απέναντι μου δακρυσμένη
μου ξαναγνέφεις απ’ την πόρτα σιωπηλή
κι εγώ να κρύβομαι ο δειλός πίσω απ’ τις λέξεις
να μην τολμάω να σου πάρω ένα φιλί
Βάλε απόψε ένα ποτό όπου και να ’σαι
και στην υγειά μου μονορούφι να το πιεις
κι αν ήμουν λίγος, μη μου το κρατάς ψυχή μου
φταίει που είμαι λογικός εκ γενετής.
Αυτό το βράδυ είν’ απ’ αυτά που με σταυρώνουν
παίζουν στο τζάμι της βροχής οι μουσικές
θέλω να γείρω σε αναμνήσεις που αντέχω
μα έχω πιαστεί στης νοσταλγίας τις θηλιές.
Έρχομαι πάλι απέναντι σου νικημένος
κι εσύ κοιτάζεις μοναχά και απορείς
πώς τα κατάφερα στ’ αλήθεια να σε χάσω
πώς έπαψες κι εσύ να θες, να προσπαθείς.